Παρασκευή 5 Δεκεμβρίου 2008

Η ΑΓΑΠΗ

Μιά φορά κι έναν καιρό,υπήρχε ένα νησί στό οποίο ζούσαν όλα τα συναισθήματα.
Εκεί ζούσαν η Ευτυχία,η Λύπη,η Γνώση η Αγάπη και όλα τα άλλα συναισθήματα.
Μιά μέρα έμαθαν ότι το νησί τους θα βούλιαζε και έτσι όλοι επισκεύασαν τις βάρκες τους και άρχισαν να φεύγουν.
Η Αγάπη ήταν η μόνη που έμεινε πίσω.Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή.
Όταν το νησί άρχισε να βυθίζεται.η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει βοήθεια.
Βλέπει τον Πλούτο που περνούσε με μια λαμπερή θαλαμηγό. <<Πλούτε,μπορείς να με πάρεις μαζί σου?>>.<<Όχι,δεν μπορώ>>,απάντησε ο Πλούτος.
<<Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν υπάρχει χώρος για σένα>>.

Η Αγάπη αποφάσισε τότε να ζητήσει βοήθεια από την αλαζονεία,που επίσης περνούσε από μπροστά της σε ένα πανέμορφο σκάφος.<<Σε παρακαλώ, βοηθησέ με>> είπε η Αγάπη.
<<Δεν μπορώ να σε βοηθήσω,Αγάπη.
Είσαι μούσκεμα και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου>>,της απάντησε η Αλαζονεία.

Η Λύπη ήταν πιο πέρα και έτσι η Αγάπη αποφάσισε να ζητήσει από αυτή βοήθεια.
<<Λύπη άφησέ με να έρθω μαζί σου>>.
<<Ω Αγάπη είμαι τόσο λυπημένη που θέλω να μείνω μόνη μου>>,είπε η Λύπη.

Η Ευτυχία πέρασε μπροστά από την Αγάπη, αλλά και αυτή δεν της έδωσε σημασία.
Ήταν τόσο ευτυχισμένη, που ούτε καν άκουσε την Αγάπη να ζητά βοήθεια.

Ξαφνικά ακούστηκε μια φωνή:<<Αγάπη, έλα προς τα εδώ! Θα σε πάρω εγώ μαζί μου!>>.
Ήταν ένας πολύ ηλικιώμενος κύριος που η Αγάπη δεν γνώριζε,αλλά ήταν γεμάτη από τέτοια ευγνωμοσύνη, που ξέχασε να ρωτήσει το όνομά του.
Όταν έφτασαν στη στεριά, ο κύριος έφυγε και πήγε στον δρόμο του.

Η Αγάπη,γνωρίζοντας πόσα χρωστούσε στον κύριο που τη βοήθησε, ρώτησε τη Γνώση:<<Γνώση,ποός με βοήθησε;>>.
<<Ο Χρόνος>>, της απάντησε η Γνώση.
<<Ο Χρόνος;>>,ρώτησε η Αγάπη.
<<Γιατί με βοήθησε ο Χρόνος;>>.
Τότε η Γνώση χαμογέλασε και με βαθιά σοφία της είπε:
<<Μόνο ο Χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η Αγάπη>>.

Το κείμενο είναι του Μάνου Χατζηδάκι, αφιερωμένο για τις μέρες αγάπης των χριστουγέννων

ClickComments